Skip to main content
αναζήτηση

Λίγα λόγια για τους υδατάνθρακες

Οι υδατάνθρακες είναι μια από τις τρείς κύριες κατηγορίες μακροθρεπτικών συστατικών– μαζί με τα λιπαρά και τις πρωτεΐνες– τα οποία παρέχουν ενέργεια στον οργανισμό μας.

Όταν καταναλώνουμε τρόφιμα ή ροφήματα που περιέχουν υδατάνθρακες, το σώμα μας διασπά αυτούς τους υδατάνθρακες προς γλυκόζη (έναν τύπο υδατάνθρακα), η οποία στη συνέχεια αυξάνει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα μας. Αυτό είναι που πιθανόν γνωρίζετε ως «γλυκόζη αίματος» ή «σάκχαρο αίματος».

Οι υδατάνθρακες διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες ανάλογα με τον αριθμό των σακχάρων (βασική δομική μονάδα των υδατανθράκων) που τους απαρτίζουν. Τα διάφορα είδη υδατανθράκων που συναντάμε στα τρόφιμα επηρεάζουν με διαφορετικό τρόπο τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, καθώς ο ρυθμός της πέψης και της απορρόφησής τους διαφέρει σημαντικά.

Συγκεκριμένα συναντάμε τις εξής κατηγορίες υδατανθράκων:

  • Απλοί υδατάνθρακες ή απλά σάκχαρα

Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι μονοσακχαρίτες (γλυκόζη, φρουκτόζη και γαλακτόζη) και οι δισακχαρίτες (σακχαρόζη, μαλτόζη και λακτόζη). Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι διασπώνται και απορροφώνται ταχύτατα από το σώμα, προσφέροντάς μας μία γρήγορη πηγή ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα ανεβάζουν απότομα τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

  • Σύνθετοι υδατάνθρακες

Είναι ενώσεις που αποτελούνται από μεγάλο αριθμό μονοσακχαριτών σχηματίζοντας μικρότερες και μεγαλύτερες υδατανθρακικές αλυσίδες.

Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι ολιγοσακχαρίτες και οι πολυσακχαρίτες.

Οι υδατάνθρακες αυτοί  πέπτονται και απορροφώνται από το γαστρεντερικό μας σύστημα με μικρότερο ρυθμό με αποτέλεσμα να προκαλούν μία σταδιακή αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Επίσης, είναι σημαντικό να αναφερθούμε στις φυτικές ίνες. Οι φυτικές ίνες αποτελούν μία κατηγορία σύνθετων υδατανθράκων, τις οποίες ο οργανισμός δεν μπορεί να πέψει και να απορροφήσει, όπως γίνεται με τις άλλες θρεπτικές ουσίες. Οι φυτικές ίνες απορροφούν νερό στο γαστρεντερικό σωλήνα δημιουργώντας μία ουσία που μοιάζει με ζελέ (gel-like material), η οποία καθυστερεί την γαστρική κένωση και την πέψη. Εξαιτίας αυτού, τρόφιμα που περιέχουν φυτικές ίνες αυξάνουν πιο αργά τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα.

Τι είναι ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ) των τροφίμων;

Όπως αναφέραμε τα διαφορετικά είδη υδατανθράκων που συναντάμε στα τρόφιμα επηρεάζουν με διαφορετικό τρόπο τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα.

Προκειμένου να γνωρίζουμε την επίδραση που έχει η κατανάλωση ενός υδατανθρακούχου τροφίμου -όταν καταναλώνεται μόνο του- στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα δημιουργήθηκε ο γλυκαιμικός δείκτης.

Ο γλυκαιμικός δείκτης είναι ένα μέτρο που χρησιμοποιείται για την κατάταξη των τροφίμων με βάση τον αντίκτυπο που έχουν στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Με απλά λόγια, ο γλυκαιμικός δείκτης αξιολογεί πόσο γρήγορα και πόσο πολύ αυξάνεται η γλυκόζη στο αίμα μετά την κατανάλωση ενός συγκεκριμένου τροφίμου που περιέχει υδατάνθρακες.1

Ο γλυκαιμικός δείκτης ορίζεται ως:

Εμβαδόν καμπύλης γλυκόζης αίματος, άνωθεν βασικής τιμής του υπό εξέταση υδατανθρακούχου τροφίμου που περιέχει 50 γρ. υδατανθράκων / Εμβαδόν καμπύλης γλυκόζης αίματος άνωθεν βασικής τιμής του τροφίμου αναφοράς (συνήθως 50 γρ. γλυκόζης) x 100.

Ο γλυκαιμικός δείκτης παίρνει τιμές από 0-100 και τα τρόφιμα με βάση αυτήν την τιμή κατατάσσονται σε:

  • Τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ: ≥70). Τα τρόφιμα αυτά προκαλούν ταχεία και σημαντική αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.
  • Τρόφιμα με μέτριο γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ: 56-69). Τα τρόφιμα αυτά προκαλούν μέτρια αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.
  • Τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ: ≤55). Τα τρόφιμα αυτά προκαλούν αργή και μικρότερη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Παρακάτω μπορείτε να δείτε αναλυτικά τον πίνακα με τα τρόφιμα ανά ομάδα, χωρισμένα ανάλογα με τον Γλυκαιμικό τους Δείκτη:2 3

Τρόφιμα χαμηλού ΓΔ
(ΓΔ: ≤55)
Τρόφιμα με μέτριο ΓΔ
(ΓΔ: 56-69)
Τρόφιμα με υψηλό ΓΔ
(ΓΔ: ≥70)
Τρόφιμα υψηλά σε υδατάνθρακες
Πολύσπορο ψωμί Τσιαπάτα (λευκή, ολικής άλεσης) Λευκό ψωμί
Ψωμί από αλεύρι όλυρας/σπελτ Ψωμί Σίκαλης (Ανοιχτό, Σκούρο, Ολικής Άλεσης) Λευκό ρύζι βρασμένο
Ψωμί με προζύμι Ψωμί ολικής άλεσης σίτου Δημητριακά καλαμποκιού
All-Bran δημητριακά Νιφάδες βρώμης Έτοιμα δημητριακά πρωινού
Πίτουρο βρώμης Ρύζι μπασμάτι (Basmati) Bagel
Κριθάρι Καστανό ρύζι Ρυζογκοφρέτες
Πλιγούρι Κους-Κους (λευκή, ολικής άλεσης) Κράκερς
Κινόα Άγριο ρύζι
Al dente ζυμαρικά ολικής άλεσης Νουντλς (noodles)
Όσπρια (φακές, ρεβίθια, φασόλια, φασόλια σόγιας)
Αρακάς
Φρούτα
Μήλο Μπανάνα (ώριμη και κίτρινη) Καρπούζι
Βερίκοκο Κεράσια Μπανάνα (παραγινομένη, καφέ)
Μούρα Μύρτιλα (αποξηραμένα)
Πεπόνι Σύκα (φρέσκα και αποξηραμένα)
Μάνγκο Σταφύλι
Γκρέιπφρουτ Ακτινίδιο
Πορτοκάλι Ανανάς
Ροδάκινο Σταφίδες
Αχλάδι
Δαμάσκηνο
Ρόδι
Μπανάνα (άγουρη και πράσινη)
Λαχανικά
Κολοκύθα Λευκή πατάτα κρύα Στιγμιαίος πουρές πατάτας
Γλυκοπατάτα Καλαμπόκι Ζεστή βραστή ή ψητή πατάτα
Τα περισσότερα μη αμυλώδη λαχανικά (π.χ. ντομάτα, μαρούλι κ.α.) Παντζάρια
Γαλακτοκομικά προϊόντα
Γάλα σόγιας
Γάλα αμυγδάλου
Αγελαδινό γάλα (1%, 2% και πλήρες) Γάλα ρυζιού
Γιαούρτι (1%, 2% και πλήρες)

Κλείσε το ραντεβού σου σήμερα και ξεκίνα τη διατροφή που σου αξίζει!

Κλείσε Ραντεβού

Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν το γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ);

Εκτός από το είδος των υδατανθράκων που περιέχει ένα τρόφιμο, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν το γλυκαιμικό δείκτη (ΓΔ) των διαφόρων τροφίμων.

Τέτοιο παράγοντες είναι:

  • Επίπεδο ωρίμανσης και οξύτητας

Το επίπεδο ωρίμανσης και η οξύτητα ενός φρούτου ή λαχανικού μπορούν να επηρεάσουν το ΓΔ του.

Πιο συγκεκριμένα, όσο πιο άγουρο είναι ένα φρούτο ή λαχανικό, τόσο χαμηλότερος είναι ο ΓΔ του. Αυτό συμβαίνει επειδή τα άγουρα φρούτα και λαχανικά έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε άμυλο ενώ τα ώριμα φρούτα και λαχανικά έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε φυσικά σάκχαρα. Το άμυλο απορροφάται με πιο αργό ρυθμό σε σύγκριση με τα απλά σάκχαρα που περιέχονται στα ώριμα φρούτα και λαχανικά.

Επίσης, όσο πιο ξινό είναι ένα τρόφιμο, τόσο χαμηλότερος είναι ο ΓΔ του. Η οξύτητα (λόγω οξέων) επιβραδύνει την πέψη και την απορρόφηση των υδατανθράκων, οδηγώντας σε πιο αργή και σταθερή αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Παραδείγματα τροφίμων με χαμηλότερο ΓΔ λόγω της οξύτητάς τους είναι το τουρσί και το ψωμί με προζύμι.

  • Χρόνος μαγειρέματος

Οι μεγαλύτεροι χρόνοι μαγειρέματος μπορεί να αυξήσουν τον ΓΔ ενός τροφίμου καθώς κατά το μαγείρεμα διασπώνται οι υδατάνθρακες με αποτέλεσμα να μετατρέπονται σε μορφές πιο εύκολα απορροφήσιμες από τον οργανισμό μας.

Για παράδειγμα, τα al dente ζυμαρικά, αυτά που έχουν μαγειρευτεί για 5-10 λεπτά, έχουν ελαφρώς χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη από τα ζυμαρικά που έχουν επεξεργαστεί περισσότερο.

  • Συνδυασμοί τροφίμων

Η προσθήκη μίας πηγής πρωτεΐνης ή λίπους σε ένα γεύμα που περιέχει ένα τρόφιμο με υψηλό ΓΔ θα μειώσει το ΓΔ αυτού του τροφίμου.

Για παράδειγμα, η προσθήκη τυριού σε μια φέτα ψωμί θα μειώσει το ΓΔ του ψωμιού.

Για αυτό, είναι πολύ σημαντικό το πιάτο του γεύματός μας να αποτελείται από όλες τις ομάδες τροφίμων π.χ. πρωτεΐνη, υδατάνθρακα, λίπος. Ένα πιάτο που περιέχει μόνο ένα υδατανθρακούχο τρόφιμο θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης μεταγευματικά σε σύγκριση με ένα ισορροπημένο πιάτο.

Η ύπαρξη του λίπους στο πιάτο, επιβραδύνει την κένωση του στομάχου και την πέψη ενώ η ύπαρξη της πρωτεΐνης στο πιάτο επιβραδύνει επίσης την πέψη και διεγείρει την έκκριση της ινσουλίνης με αποτέλεσμα να υποβοηθείται η μεταφορά της γλυκόζης από το αίμα στα κύτταρα.

  • Επεξεργασία τροφίμου

Σε γενικές γραμμές, όσο πιο επεξεργασμένο είναι ένα τρόφιμο, τόσο υψηλότερος είναι ο ΓΔ του.

Εξαιτίας αυτού, το λευκό ψωμί ή τα λευκά ζυμαρικά έχουν υψηλότερο ΓΔ σε σύγκριση με το ολικής αλέσεως ψωμί και τα ολικής αλέσεως ζυμαρικά. Αυτό οφείλεται στη διαφορετική περιεκτικότητα τους σε φυτικές ίνες καθώς κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των τρόφιμων απομακρύνονται οι φυτικές ίνες. Από την άλλη όμως, και ένα υπερ-επεξεργασμένο ψωμί του τοστ, που κατά τα άλλα φτιάχνεται με αλεύρι ολικής, θα έχει και αυτό υψηλό ΓΔ.

Γιατί είναι σημαντικός ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ) των τροφίμων;

Ο γλυκαιμικός δείκτης είναι ένα πολύτιμο εργαλείο που έχουμε στα χέρια για την καλύτερη διαχείριση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην περίπτωση ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη.

Φυσιολογικά, η γλυκόζη στο αίμα αυξάνεται μετά την κατανάλωση ενός γεύματος και στη συνέχεια μειώνεται μέσα σε 1-2 ώρες μεταγευματικά. Αυτό οφείλεται στη δράση της ινσουλίνης, μίας ορμόνης που εκκρίνεται από το πάγκρεας ως απόκριση της κατανάλωσης ενός γεύματος που περιέχει υδατάνθρακες και έχει ως κύρια λειτουργία την αποκατάσταση των επιπέδων γλυκόζης σε φυσιολογικές τιμές.

Ωστόσο, στην περίπτωση των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη, η γλυκόζη στο αίμα μπορεί να παραμείνει αυξημένη για αρκετές ώρες. Επίσης, σε αυτούς τους ασθενείς παρατηρείται μεγαλύτερη αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης μετά την κατανάλωση ενός γεύματος σε σύγκριση με κάποιον που δεν έχει σακχαρώδη διαβήτη.

Η υπεργλυκαιμία, δηλαδή τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, οφείλεται σε διαταραχή είτε της έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας είτε της δράσης της ινσουλίνης είτε σε συνδυασμό και των δύο.

Εξαιτίας αυτού, όταν πρόκειται για τη διαχείριση του διαβήτη, το να γνωρίζουμε την επίδραση συγκεκριμένων τροφίμων στα επίπεδα γλυκόζης είναι καίριας σημασίας καθώς επιτρέπει την επιλογή τροφίμων που δεν προκαλούν απότομες αυξήσεις στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

Ο καλός γλυκαιμικός έλεγχος είναι απαραίτητος σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη καθώς η χρόνια υπεργλυκαιμία εάν δεν ρυθμιστεί μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες βλάβες, δυσλειτουργία, και ανεπάρκεια διαφόρων οργάνων και ιδιαίτερα των οφθαλμών, των νεφρών, των νεύρων, της καρδιάς και των αγγείων.

Επίσης, ο γλυκαιμικός δέκτης έχει μεγάλη χρησιμότητα και σε άλλες καταστάσεις, για παράδειγμα σε αθλητές ή σε γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπου ο ενδιαφερόμενος θέλει να ρυθμίσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

Τέλος, η επιλογή τροφίμων με χαμηλότερο ΓΔ μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στη δίαιτα και σε ένα πρόγραμμα απώλειας βάρους. Τα τρόφιμα με χαμηλό ΓΔ, όπως είναι τα ελάχιστα επεξεργασμένα προϊόντα ολικής αλέσεως, τα όσπρια και τα περισσότερα φρούτα και λαχανικά, πέπτονται και απορροφώνται πιο αργά, προκαλώντας μια πιο σταθερή και αργή αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Αυτό μπορεί να συμβάλλει στον καλύτερο έλεγχο του αισθήματος της πείνας και του κορεσμού, μειώνοντας την τάση για υπερκατανάλωση τροφής μεταξύ των γευμάτων.

Θα πρέπει να επικεντρωνόμαστε μόνο στο γλυκαιμικό δείκτη των τροφίμων;

Καλό είναι να μην επιλέγετε να καταναλώνετε τρόφιμα έχοντας ως αποκλειστικό κριτήριο το γλυκαιμικό τους δείκτη καθώς αυτό δεν καθιστά τη διατροφή σας αυτομάτως υγιεινή και ισορροπημένη.

Ο γλυκαιμικός δείκτης σαν ένα εργαλείο μπορεί να έχει συγκεκριμένα μειονεκτήματα που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν, όπως:

  • Δεν αξιολογεί τη θρεπτικότητα του τροφίμου στο σύνολο του

Μερικές φορές γίνεται η παρανόηση ότι τα τρόφιμα με υψηλό ΓΔ είναι ανθυγιεινά, ενώ εκείνα με χαμηλό ΓΔ είναι πιο υγιεινά. Η πραγματικότητα όμως είναι πως ο γλυκαιμικός δείκτης δεν καθορίζει τη θρεπτική αξία του τροφίμου.

Για παράδειγμα, πολλά φρούτα όπως το καρπούζι, έχουν υψηλό γλυκαιμικό δείκτη αλλά είναι πολύ θρεπτικά και απαραίτητα να συμπεριλαμβάνονται στην καθημερινή μας διατροφή.

Από την άλλη πλευρά, τα πατατάκια λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε λίπος έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, αυτό όμως δε σημαίνει ότι αποτελούν μια υγιεινή επιλογή σνακ.

  • Δεν μας δίνει πληροφορίες για την συνολική ποσότητα υδατανθράκων του γεύματος

Η ποσότητα των υδατανθράκων που καταναλώνετε έχει μεγαλύτερη επίδραση στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα από ό,τι ο γλυκαιμικός δείκτης από μόνος του.

Ο γλυκαιμικός δείκτης συγκρίνει την γλυκαιμική επίδραση μιας στανταρισμένης ποσότητας τροφίμου που περιέχει 50 γρ. υδατανθράκων σε σύγκριση με αυτή που έχει η κατανάλωση 50 γρ. γλυκόζης.

Στην καθημερινή πράξη όμως μπορεί να καταναλώνουμε διάφορες ποσότητες τροφίμων που περιέχουν διαφορετικές ποσότητες υδατανθράκων.

Επειδή ο ΓΔ δεν λαμβάνει υπόψιν την ποσότητα υδατανθράκων που καταναλώνουμε, δημιουργήθηκε η έννοια του του γλυκαιμικού φορτίου (glycemic load) ως μια διορθωτική φόρμουλα για το αποτέλεσμα του ΓΔ.

Το γλυκαιμικό φορτίο είναι το γινόμενο του ΓΔ με την συνολική ποσότητα υδατανθράκων που συναντώνται σε μια μερίδα τροφίμου διαιρούμενο με το 100. Βασικά με απλά λόγια λαμβάνει υπόψη στον υπολογισμό και το ΓΔ του τροφίμου αλλά και την ποσότητα.

Σύμφωνα με το γλυκαιμικό φορτίο τα τρόφιμα κατατάσσονται ως υψηλού γλυκαιμικού φορτίου όταν έχουν τιμές πάνω από 20, ως μέτριου γλυκαιμικού φορτίου με τιμές μεταξύ 11-19, και τέλος ως χαμηλού γλυκαιμικού φορτίου με τιμές μικρότερες του 10.

  • Δεν λαμβάνει υπόψιν άλλα συστατικά του γεύματος

Συνήθως, ένα γεύμα περιέχει έναν συνδυασμό τροφίμων και όχι μεμονωμένα τρόφιμα.

Ο γλυκαιμικός δείκτης δεν συνυπολογίζει τα διάφορα συστατικά του γεύματος, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

Για παράδειγμα, η κατανάλωση ενός μήλου μπορεί να έχει διαφορετική αντίκτυπο στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα σε σχέση με την κατανάλωση μαζί με φυστικοβούτυρο ή μία χούφτα ξηρούς καρπούς. Η πρωτεΐνη και το λίπος μπορούν να καθυστερήσουν την απορρόφηση των υδατανθράκων και, επομένως, να οδηγήσουν σε πιο αργή αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.

  • Δεν αναγράφεται στην ετικέτα των τροφίμων

Ο ΓΔ έχει μετρηθεί μόνο για έναν συγκεκριμένα τροφίμων, κυρίως αυτών που καταναλώνονται πιο συχνά, και σε συγκεκριμένες χώρες. Πολλά τρόφιμα δεν έχουν μετρηθεί για τον ΓΔ, ενώ υπάρχει μεγάλη ποικιλία στην παραγωγή και την επεξεργασία των τροφίμων που μπορεί να προκαλέσει σημαντικές διακυμάνσεις στον ΓΔ. Όπως είδαμε πιο πάνω, το ίδιο φρούτο μπορεί να έχει διαφορετικό ΓΔ ανάλογα με την ωρίμανσή του, αλλά και την ποικιλία του.

Το κυριότερο, ο ΓΔ δεν αναγράφεται στα τρόφιμα ή στην διατροφική ετικέτα που φέρουν που μπορεί να οδηγήσει σε αβεβαιότητα και αμφιβολία κατά τη λήψη αποφάσεων.

Κλείσε το ραντεβού σου σήμερα και ξεκίνα τη διατροφή που σου αξίζει!

Κλείσε Ραντεβού

Συμπέρασμα

Ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ) αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο για την αξιολόγηση της επίδρασης των διαφόρων τροφίμων στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, ωστόσο, έχει σημαντικούς περιορισμούς που πρέπει να ληφθούν υπόψιν.

Ενώ ο ΓΔ μπορεί να μας καθοδηγήσει σχετικά με το πόσο γρήγορα και πόσο πολύ ένα μεμονωμένο τρόφιμο μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, δεν αξιολογεί άλλες σημαντικές παραμέτρους. Για παράδειγμα, τη συνολική θρεπτική αξία του τροφίμου, τη συνολική ποσότητα των υδατανθράκων που καταναλώνονται, καθώς και τι άλλο καταναλώνεται μαζί με αυτό το τρόφιμο που έχει εν δυνάμει και το σημαντικότερο αντίκτυπο στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα.

Συνεπώς, όσοι έχουν ως στόχο την καλύτερη διαχείριση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, το πιο σημαντικό είναι να βρείτε το σωστό μέγεθος μερίδας και μόλις το κάνετε αυτό, θα έχετε και ένα επιπλέον όφελος επιλέγοντας τρόφιμα με χαμηλό ΓΔ. Ο ΓΔ μπορεί να χρησιμεύσει ως γενικός οδηγός για την επιλογή τροφίμων με χαμηλή γλυκαιμική απόκριση, στα πλαίσια πάντα μιας υγιεινής και ισορροπημένης διατροφής.

Επιπλέον, διάφοροι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τη γλυκαιμική απόκριση των διαφόρων τροφίμων. Η κατανόηση αυτών των παραμέτρων είναι ζωτικής σημασίας για την καλύτερη διαχείριση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα.

Βιβλιογραφία

Κλείστε Ραντεβού